Αντιμετώπιση του ιλίγγου της αιθουσαίας νευρωνίτιδας, της νόσου του Ménière και του καλοήθους ιλίγγου θέσεως με φυσική βιταμίνη D3
Δρ Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός Ερευνητής- Συγγραφέας, Ωτορινολαρυγγολόγος, Oδοντίατρος, Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών, Φλάμπουρο Λουτρακίου, τηλ. 2744023768, 2741026658, 6944280764, e-mail: pharmage@otenet.gr www.gelis.gr,www.d3gkelin.gr, www.vitaminb12.gr,www.magnisio.gr, www.zinc.gr, www.gkelanto.gr, www.allergopedia.gr,www.orlpedia.gr, www.curcumin.gr, www.pharmagel.gr ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΑ: Ιατρική έρευνα, Προληπτική Ιατρική, Περιβαλλοντική Ιατρική, Συμπληρωματική Ιατρική, ΩΡΛ Αλλεργία, Εμβοές αυτιών, κακοσμία στόματος, Ροχαλητό, Βαρηκοία , Ίλιγγος, Διαταραχές οσφρήσεως και γεύσης, Διαταραχές της φωνής, ΩΡΛ ογκολογία, Γηριατρική, Ιατρική Διατροφολογία, Βιταμίνη D |
Ἴλιγγος : Ο όρος περιγράφεται στο λεξικό του Ησύχιου του Αλεξανδρέως που γραφτηκε τον 5ο αιώνα μ.Χ.: ἴλιγγος και ἴλιξ (ο της κεφαλής σκοτισμός).
Ο Νίκανδρος ο Κολοφώνιος στο σύγγραμμά του Θηριακά αναφέρει: ἴλιγγος • από του ἰλιγγιᾶνκαι στρέφεσθαι. το δε ἰλιγγιῶεκ του ἴλιγξ, ο σημαίνει την συστροφήν [ἰλιγγιᾶν δὲ ἐστὶ τὸ σκοτοδινιᾶν].
Στον Γαληνό ΧΙΧ. σελ. 417. ΙΩ. Αφορ. 3ον. 17, σελ 494 αναφέρεται: και καρηβαρίας και ἰλίγγους ποιέουσιν. Στο Γαληνό επίσης XVIIB, σελ 611 αναφέρεται: ἴλιγγος γὰρ ἐστιν ἡ σκοτοδινία.
Στα Ιπποκρατικά σχόλια του Γαληνού ΙΙ σελ 367, ΙV. Αφορισμοί 3ον. 23. σελ. 496: κεφαλαλγίαι, ἴλιγγοι, ἀποπληξίαι.
Ο όρος επίσης αναφέρεται στο ίδιο έργο με το προηγούμενο στο 31. σελ 500. Στο λεξικό του J.B. Hofmann ETIMOLOGISHES WÖRTERBUCH DES GRIECHISCHEN , EKD. VON R. OLDENBOURG, MÜNCHEN(1950), μεταγλώττιση, Αντ. Δ. Παπανικολάου (1974): ἰλιγγιάω, ἴλιγγος, ἴλγξ < εἴλιγξ (καὶ ἰλ-), ἡ , εἴλιγγος , ὁ (δίνη, συστροφή, στρόβιλος, συσκότισις, ίλιγγος, ζάλη < εἰλιγγιάω (έχω ζάλην, αισθάνομαι σκοτοδινίαν < εἰλέω < ἴλλω (κυλινδώ, τυλίσσω, συστρέφω). Παράγωγα του εἰλέω είναι και οι λέξεις ἕλιξ, ἑλίσσω, ἔλμις, Ἑλένηκ.α.
Mήπως τα πάντα γύρω σας γυρίζουν ;
Πέφτεις να κοιμηθείς χωρίς να αισθάνεσαι ότι έχεις κάποια διαταραχή. Η πίεσή σου είναι κανονική, έχεις όρεξη, καλή διάθεση και είσαι ήρεμος. Όμως μπορεί να ξυπνήσεις το πρωί και μόλις πας να σηκωθείς από το κρεβάτι σου αρχίζουν να στριφογυρνάνε τα πάντα γύρω σου. Προσπαθείς να σταθείς όρθιος , αλλά δυτυχώς πέφτεις προς την ίδια πάντοτε κατεύθυνση ή δεξιά ή προς τ’αριστερά.
Στέκεσαι σε μια καρέκλα για να ισορροπήσεις και νοιώθεις να σου έρχεται εμετός ή έντονη ναυτία. Προσπαθείς να σηκωθείς για να πας στην τουαλέτα και διαπιστώνεις ότι πέφτεις γιατί σ’έχει κυριεύσει η ζάλη, ο ίλιγγος, η ναυτία και/ή έμετοι. Δεν φτάνουν όμως αυτά, γιατί νοιώθεις τελείως ανήμπορος και πάνω απ’όλα νοιώθεις αβοήθητος, απελπισμένος και πανικοβλημένος. Ηρεμίστε δεν χρειάζεται πανικός.
Τηλεφωνήστε στον Ωτορινολαρυγγολόγο σας και αυτός πρώτον θα σας καθησυχάσει, δεύτερον θα σας πει τι να κάνετε μέχρις ότου έλθει κοντά σας. Η πιο πιθανή διάγνωση που μπορεί να θέσει ένας Ωτορινολαρυγγολόγος είναι ο καλοήθης ίλιγγος θέσεως ή η αιθουσαία νευρωνίτιδα ή η νόσος του Ménière. Βεβαίως o γιατρός, αφού σας πάρει λεπτομερές ιστορικό θα σας κάνει πλήρη κλινική εξέταση και θα αποφασίσει αν θα χρειαστεί να κάνετε κάποιες εργαστηριακές ή άλλες παρακλινικές εξετάσεις.
Επειδή η αιθουσαία νευρωνίτιδα είναι μια συνηθισμένη κατάσταση που αντιμετωπίζουν οι Ωτορινολαρυγγολόγοι καλόν είναι να γνωρίζει κανείς το πώς αρχίζει , το πώς εξελίσσεται και έτσι να προλάβει τουλάχιστον τον έντονο πανικό που τη συνοδεύει. Σε άλλα κεφάλαια αυτής της ιστοσελίδας σύντομα θα φιλοξενηθούν άρθρα που θα περιγράφουν και άλλες αιτίες ιλίγγου .
Τι είναι η Αιθουσαία Νευρωνίτιδα η οξεία μονόπλευρη αιθουσοπάθεια ;(Strupp M, et al, 2022)
Ως αιθουσαία νευρωνίτιδα ορίζεται σαφώς μια σημαντική ιογενής διαταραχή του εσωτερικού αυτιού (Le TN, et al, 2019). Η αιθουσαία νευρωνίτιδα είναι μια φλεγμονή του νεύρου που μεταφέρει την πληροφορία για την ισορροπία από το έσω ους (το εσωτερικό τμήμα του αυτιού) προς τον εγκέφαλο (αιθουσαίο νεύρο). Η αιθουσαία νευρωνίτιδα συχνότατα αναπτύσσεται μετά από κάποιο πρόσφατο κρυολόγημα ή λοίμωξη του ανωτέρου αναπνευστικού συστήματος.
Πιθανόν προκαλείται μετά από κάποια ιογενή λοίμωξη που προσβάλλει επίσης και το αιθουσαίο νεύρο. Η λοίμωξη αναγκάζει το αιθουσαίο νεύρο να στείλει σήματα στον εγκέφαλο που ερμηνεύονται ως κίνηση. Επειδή τα άλλα αισθητήρια συστήματα ισορροπίας του σώματος δεν ανιχνεύουν την ίδια κίνηση, η σύγχυση των σημάτων που προσλαμβάνει τελικά ο εγκέφαλος προκαλούν ίλιγγο.
Η αιθουσαία νευρωνίτιδα συνοδεύεται συνήθως από ξαφνική εισβολή ιλίγγου που μπορεί να συνοδεύεται από ναυτία και εμετό. Ο ίλιγγος ποικίλλει από ασθενή σε ασθενή σε ένταση και συχνά διαρκεί αρκετές ημέρες και πιθανόν να χρειαστεί να παρέλθουν εβδομάδες προτού εξαφανιστεί τελείως. Η κατάσταση δεν συνοδεύεται από απώλεια της ακοής ή εμβοές των αυτιών. Ο ίλιγγος μπορεί να έχει πολλές αιτίες και ο γιατρός μπορεί να δυσκολευτεί να βρει την ακριβή αιτία. Μερικές άλλες καταστάσεις μπορεί να συνοδεύονται από ίλιγγο όπως: Η νόσος του Ménière, ο καλοήθης ίλιγγος θέσεως, η λαβυρινθίτιδα.
Τα συμπτώματα του ιλίγγου που προκαλούνται από αιθουσαία νευρωνίτιδα μοιάζουν κυρίως με αυτά την λαβυρινθίτιδας (λοίμωξη του λαβυρίνθου του έσω ωτός). Μπορεί να είναι δύσκολο στο γιατρό να κάνει διάγνωση και διάκριση αυτών των δυο καταστάσεων. Και οι δυο προκαλούνται από λοίμωξη και οι δυο προκαλούν τα ίδια συμπτώματα ιλίγγου.
Αν η λοίμωξη οφείλεται σε ίωση, η θεραπεία και στις δυο καταστάσεις είναι η ίδια. Η κύρια διαφορά μεταξύ αυτών των δύο καταστάσεων είναι ότι η λαβυρινθίτιδα συχνά, αλλά όχι πάντοτε προκαλεί παροδική ή μόνιμη βαρηκοΐα ή εμβοές των αυτιών.
Επειδή η αιθουσαία νευρωνίτιδα συχνότατα, οφείλεται σε ιογενή λοίμωξη (η οποία δεν έχει προς το παρόν φαρμακευτική ή άλλη θεραπεία), η αντιμετώπιση της συνίσταται στην υποστήριξη του αρρώστου με ανάπαυση και ανακουφιστικά των συμπτωμάτων του φάρμακα, μέχρις ότου παρέλθει, με την πάροδο του χρόνου η λοίμωξη. Μερικές φορές τα σοβαρά συμπτώματα μπορούν να ελεγχθούν με φάρμακα όπως π.χ. τα αντιιλιγγικά. Αν τα συμπτώματα του ιλίγγου συνεχιστούν για περισσότερες από λίγες ημέρες μπορεί να διδαχτεί ο ασθενής από το γιατρό του ορισμένες σωματικές ασκήσεις, οι οποίες μπορεί να επιταχύνουν την προσαρμογή του σώματος στον ίλιγγο. Η κατάσταση αυτή λέγεται αντιρρόπηση.
Με τι συμπτώματα εκδηλώνεται η αιθουσαία νευρωνίτιδα;
Το κύριο σύμπτωμα της αιθουσαίας νευρωνίτιδας είναι ο ίλιγγος, ο οποίος χαρακτηρίζεται από:
· Αιφνίδια έναρξη, χωρίς προειδοποίηση με ναυτία και έμετο, χωρίς ακουστικά ή άλλα νευρολογικά συμπτώματα.
· Ο ίλιγγος είναι αρκετά έντονος και συχνά οδηγεί στην πρόκληση ναυτίας και εμετού.
· Ο ίλιγγος υποχωρεί σταδιακά μέσα σε λίγες ήμερες έως εβδομάδες.
· Μετά την αρχική περίοδο υποχώρησης του ιλίγγου μπορεί να υπάρξει μια περίοδος που διαρκεί ένα μήνα ή και περισσότερο, κατά την οποία οποιαδήποτε αιφνίδια κίνηση της κεφαλής μπορεί να πυροδοτήσει ίλιγγο.
Η αιθουσαία νευρωνίτιδα είναι λιγότερο πιθανόν να προκαλέσει βαρηκοϊα ή εμβοές των αυτιών. Αν υπάρχει απώλεια της ακοής ή εμβοές, το πιθανότερο είναι τα συμπτώματα αυτά να οφείλονται σε λαβυρινθίτιδα.
Χρεάζονται πολύπλοκες εξετάσεις ώστε να αποκλειστεί κάτι σοβαρότερο;
Η λήψη του ιατρικού ιστορικού και η σωματική κλινική εξέταση περιλαμβανομένης και της αξιολόγησης της ψυχικής υγείας του αρρώστου θεωρούνται απαραίτητα πρώτα βήματα στην αναζήτηση της αιτίας του ιλίγγου. Στην κλινική εξέταση περιλαμβάνεται η αναζήτηση καλοήθους ιλίγγου θέσεως με την κλινική εξέταση του οπισθίου λαβυρίνθου, έλεγχο των αντανακλαστικών των κορών του οφθαλμού, βυθοσκόπηση, έλεγχο παρουσίας οφθαλμικού νυσταγμού Μετά την αρχική περίοδο υποχώρησης του ιλίγγου μπορεί να υπάρξει μια περίοδος που διαρκεί ένα μήνα ή και περισσότερο, κατά την οποία οποιαδήποτε αιφνίδια κίνηση της κεφαλής μπορεί να πυροδοτήσει ίλιγγο.
Η αιθουσαία νευρωνίτιδα είναι λιγότερο πιθανόν να προκαλέσει βαρηκοΐα ή εμβοές των αυτιών. Αν υπάρχει απώλεια της ακοής ή εμβοές, το πιθανότερο είναι τα συμπτώματα αυτά να οφείλονται σε λαβυρινθίτιδα..
Εφ’ όσον κριθεί σκόπιμο από το γιατρό μπορεί να γίνουν οι ακόλουθες εργαστηριακές νευροωτολογικές εξετάσεις, οι οποίες βοηθούν στα εξής:
Να καταλάβει από ποιο αυτί ξεκινάει το πρόβλημα..
Να καταλάβει αν το πρόβλημα περιλαμβάνει τον εγκέφαλο (δηλ. αν είναι κεντρικής αιτιολογίας) και τα νεύρα που ξεκινούν από αυτόν.
· Ηλεκτρονυσταγμογράφημα.
· Απεικονιστικές εξετάσεις όπως η αξονική τομογραφία (CT scan) η Μαγνητική τομογραφία των λιθοειδών οστών και των παρεγκεφαλιδικών γωνιών. (Οι εξετάσεις αυτές γίνονται αν υπάρχει υποψία κεντρικής βλάβης στον εγκέφαλο και στα νεύρα).
· Έλεγχος της ακουστικής ικανότητας (ακοομετρία).
·Προκλητά δυναμικά εγκεφαλικού στελέχους, με τά οποία ελέγχεται αν τα ακουστικά νεύρα μεταβιβάζουν τα ακουστικά ερεθίσματα στον εγκέφαλο.
Βιοχημικές εξετάσεις: Ελέγχονται τα επίποεδα της 25 υδροξυβιταμίνης στον ορό του ασθενούς. Επιθυμητά επίπεδα είναι τα 70-80ng/ml.
Αν και η παθογένεση της αιθουσαίας νευρωνίτιδας δεν είναι ακόμη σαφής, πολλές μελέτες έχουν δείξει ότι ένα προφλεγμονώδες περιβάλλον μπορεί να οδηγήσει στην πρόκληση και την εξέλιξη της νόσου. Λαμβάνοντας υπόψη τη σημασία της βιταμίνης D στη ρύθμιση της ενεργοποίησης, του πολλαπλασιασμού και της διαφοροποίησης των φλεγμονωδών φυσιολογικών διεργασιών, το 2019 η Yunqin Wu, και οι συνεργάτες με μια προοπτική μελέτη τους, σε 59 ασθενείς που είχαν διαγνωστεί με αιθουσαία νευρωνίτιδα και συγκρίθηκαν με αντίστοιχο αριθμό υγιών ατόμων μέτρησαν τα επίπεδα των συγκεντρώσεων της 25 υδροξυβιταμίνης D3 και τα βρήκαν μειωμένα στα πάσχοντα άτομα. Από τη μελέτη αυτή προέκυψε το συμπέρασμα ότι η μειωμένη 25 υδροξυβιταμίνη D3 ή 25(OH)D3 του ορού μπορεί να σχετίζεται με την εμφάνιση αιθουσαίας νευρωνίτιδας (Yunqin Wu, 2019).
Το 2022 ο Xiong S και οι συνεργάτες μελέτησαν σε 30 ασθενείς με οξεία αιθουσαία νευρωνίτιδα και 50 υγιείς μάρτυρες αντιστοίχισης ηλικίας και φύλου τα επίπεδα της 25 υδροξυβιταμίνης D3 ή 25-(OH) D3 και τα επίπεδα δεικτών φλεγμονής σε διαφορετικά στάδια της νόσου. Με αυτή τη μελέτη απόδειξαν ότι το χαμηλό επίπεδο της 25-(OH)D3 του ορού σχετίζεται με την έναρξη της αιθουσαίας νευρωνίτιδας και ότι η φυσιολογική συγκέντρωση της 25-(OH)D3 ορού είναι ένας προστατευτικός παράγοντας της αιθουσαίας νευρωνίτιδας. Επίσης, η συμπληρωματική χορήγηση βιταμίνης D3 μπορεί να είναι ένας νέος στόχος της θεραπείας της αιθουσαίας νευρωνίτιδας (Xiong S. et al, 2022).
Θεραπεία
Η θεραπεία της αιθουσαίας νευρωνίτιδας περιλαμβάνει την ανάπαυση του ασθενούς μέχρις ότου υποχωρήσουν τα συμπτώματα. Μπορεί να χρησιμοποιηθούν φάρμακα που ανακουφίζουν τα συμπτώματα (π.χ. αντιιλιγγικά ή κατασταλτικά της αιθουσαίας λειτουργίας). Σ’αυτά περιλαμβάνονται: Αντιισταμινικά (όπως η δραμαμίνη), Ηρεμιστικά.
Τα αντιιλιγγικά φάρμακα ηρεμούν το έσω ους (εσωτερικό αυτί), διότι καταστέλλουν τη λαβυρινθική λειτουργία, αλλά μπορεί να επιβραδύνουν το χρόνο προσαρμογής του σώματος στον ίλιγγο (παρατείνουν το χρόνο αντιρρόπησης).
Πρέπει να λαμβάνονται για περιορισμένο χρονικό διάστημα 1-2 εβδομάδων και μόνο για τον έλεγχο των έντονων συμπτωμάτων, που προκαλούνται στη λαβυρινθίτιδα. Πρακτικά αυτά τα φάρμακα χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο της ναυτίας και του εμέτου. Συνήθως δεν ανακόπτουν πλήρως τον ίλιγγο. Αν ο ίλιγγος οφείλεται σε λαβυρινθίτιδα και είναι σοβαρός, ο εμετός και η ναυτία μπορεί να ελεγχθούν με αντιεμετικά φάρμακα. Στα άτομα με έλλειψη ή ανεπάρκεια βιταμίνης D3 χορηγούνται 10 σταγόνες (10.000 ΙU) ημερησίως φυσικής και όχι συνθετικής βιταμίνης D3 (D3 Gkelin drops) επί δύο μήνες, oπόταν ξαναμετρώνται στον ορό τα επίπεδα της 25 υδροξυβιταμίνης D3.
Aν χρειαστεί να συνεχιστεί η χορήγηση της βιταμίνης D3 o ή η ασθενής θα πρέπει να παίρνει ταυτόχρονα μαγνήσιο (Magnigkel) και βιταμίνη K2 (Kappagkel). To D3 Gkelin drops λαμβάνεται το μεσημέρι μετά το φαγητό. Το Magnigkel και το Kappagkel λαμβάνονται πρωί και βράδυ κατά τη διάρκεια του φαγητού. Η βιταμίνη D3 και K2 ως λιποδιαλυτες βιταμίνες δεν πρέπει να λαμβάνονται ταυτόχρονα, διότι η μια ανταγωνίζεται την άλλη.
Χρειάζεται κανείς να πάει στο νοσοκομείο;
Κατά την αρχική περίοδο, στην αιθουσαία νευρωνίτιδα (συνήθως τις 2-3 ημέρες), όταν ο ίλιγγος είναι πολύ έντονος επιβάλλεται να μείνει κανείς στο κρεβάτι του με ακίνητη την κεφαλή του, πράγμα που κάνει ευκολότερη την αντιμετώπιση του ιλίγγου. Αν τα συμπτώματα του ιλίγγου διαρκέσουν περισσότερο από λίγες ημέρες ο ασθενής πρέπει να παραμείνει, όσο το δυνατό ενεργητικότερος. Το να παραμείνει κανείς δραστήριος συνήθως βοηθάει τον εγκέφαλο να αντιρροπήσει την κατάσταση γρηγορότερα. Καθώς εγκαθίσταται η αντιρρόπηση ο ίλιγγος σταδιακά υποχωρεί.
Παρά τούτο το να παραμένει κανείς δραστήριος μπορεί να είναι δύσκολο, διότι οι κινήσεις του σώματος είναι αυτές που πυροδοτούν τον ίλιγγο. Μπορεί η ανάπαυση στο κρεβάτι να ανακουφίζει τις κρίσεις του ιλίγγου, συνήθως όμως αυξάνει το χρόνο εγκατάστασης της αντιρρόπησης.
Η εκτέλεση ειδικών σωματικών ασκήσεων που συστήνει ο ΩΡΛ επιταχύνουν τη διαδικασία της αντιρρόπησης. Οι ασκήσεις αυτές πρέπει να γίνονται στο σπίτι του ασθενούς αρκετές φορές την ημέρα και να είναι δυνατόν για αρκετές εβδομάδες.
Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι η αιθουσαία νευρωνίτιδα είναι μια καλοήθης κατάσταση, η οποία όμως εγκαθίσταται με θορυβώδη και ενοχλητικό τρόπο και αποδράμει συνήθως πλήρως μέσα σε 15 ημέρες. Κάθε μορφή ιλίγγου που δεν υποχωρεί μέσα σε δεκαπέντε μέρες από την έναρξή του, πρέπει να τυγχάνει λεπτομερέστερης έρευνας και αξιολόγησης σε συνεργασία με τον ωτορινολαρυγγολόγο.
Καλοήθης παροξυσμικός ίλιγγος θέσεως
Ο καλοήθης παροξυσμικός ίλιγγος θέσης χαρακτηρίζεται ως σύντομα επεισόδια ιλίγγου που επιδεινώνονται με μια απότομη μετακίνηση του σώματος σε μια στάση που εγκαθιστά τον ίλιγγο.
Ο καλοήθης παροξυσμικός ίλιγγος θέσης θεωρείται ότι είναι μια διαταραχή ισορροπίας που σχετίζεται με την ωτοκονία. Η καναλολιθίαση είναι ο η πιο συνηθισμένη παθολογική κατάσταση στους ασθενείς με καλοήθη παροξυσμικό ίλιγγο θέσεως (Elmoursy MM, Abbas AS. 2021).
Η θεραπεία του καλοήθους ιλίγγου θέσεως είναι απλή και εύκολη, καθώς ο ωτορινολαρυγγολόγος, αφού θέσει τη διάγνωση με προσεκτική λήψη του ιστορικού και την λεπτομερή κλινική εξέταση και έχοντας κατανοήσει σε ποιό σημείο εντοπίζεται η καναλολιθίαση μπορεί να επαναφέρει τους ωτολίθους στη φυσιολογική θέση τους εφαρμόζοντας διαφόρους χειρισμούς στην κεφαλή του ασθενούς, όπως π.χ, ο χειρισμός Epley ή ο χειρισμός Gufoni (Imai T, Inohara H. 2022).
Η υποτροπή των κρίσεων καλοήθους παροξυσμικού ιλίγγου θέσεως έχει σχετιστεί με την έλλειψη ή την ανεπάρκεια της βιταμίνης D3. H αποκατάσταση των χαμηλών επιπέδων βιταμίνης D3 έχουν συνδεθεί με τη σημαντική μείωση της υποτροπής του του καλοήθους παροξυσμικού ιλίγγου θέσεως (Talaat HS, et al, 2016).
Στους ασθενείς με καλοήθη ίλιγγο θέσεως επιβάλλεται η μέτρηση των επιπέδων της 25 υδροξυβιταμίνης D3 στον ορό και η καθημερινή χορήγηση 10.000 ΙU ή 10 σταγόνων φυσικής και όχι συνθετικής βιταμίνης D3, που φέρεται μέσα σε βιολογικό εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο (D3 Gkelin drops), επί δύο μήνες. Η πρόληψη των κρίσεων του καλοήθους ιλίγγου θέσεως επιτυγχάνεται με την καθημερινή χορήγηση 4 σταγόνων ή 4000ΙU D3 Gkelin drops, μετρώντας ανά εξάμηνο τις συγκεντρώσεις της 25 υδροξυβιταμίνης D3.
Νόσος του Ménière
Η νόσος του Ménière είναι μια διαταραχή του εσωτερικού αυτιού που εκδηλώνεται με κρίσεις ζάλης και ιλίγγου και απώλειας ακοής. Συνήθως η νόσος επηρεάζει το ένα από τα δύο αυτιά. Η νόσος του Ménière μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία. Αλλά συνήθως ξεκινά στις ηλικίες 40 έως 60 ετών. Θεωρείται ότι είναι μια δια βίου πάθηση. Όμως, ορισμένες θεραπείες μπορούν να βοηθήσουν στην ανακούφιση των συμπτωμάτων και να μειώσουν τον τρόπο με τον οποίο επηρεάζει τη ζωή των ασθενών μακροπρόθεσμα.
H διόρθωση της έλλειψης βιταμίνης D3 σε νεοδιαγνωσθείσες περιπτώσεις της νόσου του Ménière μείωσε την αναγκαιότητα της θεραπείας της νόσου με ενδοτυμπανική ένεση γενταμυκίνης. Η συμπληρωματική χορήγηση βιταμίνης D3 μπορεί πράγματι να έχει ευεργετική επίδραση στη νόσο του Meniere, εάν τα συμπτώματα προκαλούνται από τοπική αυτοάνοση αντίδραση μετά από ιογενή λοίμωξη. Η βιταμίνη D3 έχει ισχυρό ανοσοτροποποιητικό ρόλο, ένας από τους οποίους είναι η ρύθμιση της έκφρασης των προφλεγμονωδών χημικών μεσολαβητών. [Bakhshaee M. et al, 2022]. Στους ασθενείς με νόσο του Ménière μετρώνται τα επίπεδα της 25 υδροξυβιταμίνης D3 και αν υπάρχει έλλειψη ή ανεπάρκεια χορηγείται η απαραίτητη δόση της φυσικής βιταμίνης D3 (D3 Gkelin drops).
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση
Bakhshaee M, Moradi S, Mohebi M, Ghayour-Mobarhan M, Sharifan P, Yousefi R, Rezaei A, Rajati M. Association Between Serum Vitamin D Level and Meniere's Disease. Otolaryngol Head Neck Surg. 2022 Jan;166(1):146-150.
Elmoursy MM, Abbas AS. The role of low levels of vitamin D as a co-factor in the relapse of benign paroxysmal positional vertigo (BPPV).
Am J Otolaryngol. 2021 Nov-Dec;42(6):103134.
Imai T, Inohara H. Benign paroxysmal positional vertigo. Auris Nasus Larynx. 2022 Oct;49(5):737-747.
Le TN, Westerberg BD, Lea J. Vestibular Neuritis: Recent Advances in Etiology, Diagnostic Evaluation, and Treatment.
Adv Otorhinolaryngol. 2019;82:87-92.
Strupp M, Bisdorff A, Furman J, Hornibrook J, Jahn K, Maire R, Newman-Toker D, Magnusson M. Acute unilateral vestibulopathy/vestibular neuritis: Diagnostic criteria. J Vestib Res. 2022;32(5):389-406.
Talaat HS, Kabel AM, Khaliel LH, Abuhadied G, El-Naga HA, Talaat AS. Reduction of recurrence rate of benign paroxysmal positional vertigo by treatment of severe vitamin D deficiency. Auris Nasus Larynx. 2016 Jun;43(3):237-41.
Xiong S, Chen G, Chen Y, Xu T, Zhou L, Zhang H. [Serum 25-hydroxyvitamin D expression and its correlation in patients with vestibular neuritis]. Lin Chuang Er Bi Yan Hou Tou Jing Wai Ke Za Zhi. 2022 Aug;36(8):607-612.
Wu Y, Hu Z, Cai M, Fan Z, Han W, Guan Q, Zhou M, Li L, Yan W, Lu X. Decreased 25-Hydroxyvitamin D Levels in Patients With Vestibular Neuritis. Front Neurol. 2019 Aug 8;10:863.
Τελευταία Ενημέρωση (Σάββατο, 24 Φεβρουάριος 2024 19:56)